Kαθώς μεγάλωνα στην Κρήτη, μαζί με τις μυρουδιές και τις γεύσεις της, είχε ζυμωθεί στην ζωή μου και μια ευχή:
Να χαίρεσαι ό,τι αγαπάς.
Ήταν μια φράση που λέγονταν συχνά σαν ευλογία ή και σαν παράκληση. Κι είναι υπέροχο πως μια τόσο απλή φράση του λαού μας κουβαλά μέσα της τόση σοφία. Πως μεταφέρει το νόημα που άπειρο μελάνι έχει χυθεί τα τελευταία χρόνια για να αναλύσει.
Να χαίρεσαι. Να απολαμβάνεις την στιγμή. Μην ξεχνάς να θυμάσαι να χαμογελάς με εκτίμηση κι ευγνομωσύνη. Να απολαμβάνεις την αιωνιότητα που κρύβεται σε κάθε στιγμή. Και ν’ αγαπάς. Ν’ αγαπάς εσένα, ό,τι έχεις κι ό,τι φέρνουν οι στιγμές.
Γιατί τελικά είναι πολύ περισσότερο οι μικρές στιγμές με μεγάλη αξία που φτιάχνουν το υφάδι της ζωής μας παρά οι μεγάλες και σπάνιες.
Κι όταν ακούω ξανά την ευχή, έρχεται στο μυαλό ο αγαπημένος πατέρας μου, ο Νίκος. Εδώ και μερικά χρόνια έχει χάσει το φως του, και με δυσκολία μετακινείται, σαν να κουβαλά το βάρος των 97 χρόνων στα πονεμένα του γόνατα.
Ο πατέρας μου έχει την μαγική ικανότητα να μετατρέπει κάθε στιγμή της ζωή του σε ιστορίες. Καθισμένοι στα γόνατα του τον ακούγαμε να διηγείται το αφήγημα της ζωής του χρωματιστά και με περίσσιο πάθος, γέλιο, κλάμα ανάλογα με την ιστορία που μας έλεγε.
Σκάσαμε στα γέλια μαζί με τα 60 παιδιά στην τάξη του, όταν μας διηγήθηκε πως, σκανταλιάρικο μαθητούδι, έριξε κουνώντας το θρανίο με τις συμμαθητριες του κι ύστερα η δασκάλα τον κυνηγούσε γύρω από την τάξη για να του τις βρέξει με την βέργα. Ακούσαμε με δέος για τα επικίνδυνα ταξίδια που έκανε, νεαρό αγόρι με την γαϊδουρίτσα του, για να φέρει σιτάρι στην οικογένεια τον καιρό της κατοχής. Γευτήκαμε το φρεσκοζυμωμένο ψωμί από τα χέρια της γιαγιάς που μας το περιέγραφε μοσχομυριστό να βγαίνει κάθε εβδομάδα από τον φούρνο του σπιτιού στο χωριό. Και τα μάτια μας γέμισαν δάκρυα με τις στιγμές παγωνιάς και θανάτου από τα βουνά της Αλβανίας, όπου τον έφερε ο πόλεμος. Μα η πιο ζωντανή, η πιο συγκινητική, γεμάτη ευγνομωσύνη ιστορία του είναι αυτή με τον δικό του πατέρα, τον παππού Γιάννη να του δίνει την ευχή του για όλα όσα είχε προσφέρει στην οικογένεια: Την ευκή τσ’ ευκής μου να ‘χεις, παιδί μου. Να χαρείς ό,τι αγαπάς.
Κάθε στιγμή μια αιωνιότητα. Κάθε στιγμή μια ιστορία. Ο πατέρας μου, περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλον που γνωρίζω, έχει ζήσει κάθε λεπτό της ζωής του. Έχει χαρεί ό,τι αγαπά, με τα χαμόγελα και τα δάκρυα που μπορεί να έχει κάθε εμπειρία στην ζωή. Ξέρω πως αναρωτιέστε πώς αυτό είναι σχετκό μ’ εμάς και με την κατάσταση που ζούμε εν μέσω πανδημίας. Θα σας πω αμέσως.
Πριν λίγο καιρό, ο πατέρας μου, σχεδόν κατάκοιτος πια, μου είπε το εξής εκπληκτικό: Ξέρεις παιδί μου, μπορεί να περάσουν μέρες και να μην θυμηθώ πως δεν βλέπω και δεν μπορώ να ξεσύρω. Και συνέχισε να μου πει πως, μέσα στο μυαλό του νιώθει ελεύθερος να τρέξει στα χωράφια με τις παπαρούνες, να σκάψει τ’ αμπέλι, να γευτεί τις εληές και το ευωδιαστό κρασί του φτωχικού μεσημεριανού του, να δει τον ήλιο να δύει ακούγοντας τις καμπάνες του χωριού στο βάθος, να κουβεντιάσει με τον φίλο του τον ποιητή Βασίλη Ρώτα για την ζωή και τον θάνατο.
Αυτό που η σοφία των χρόνων μας αποκαλύπτει είναι πως η ζωή μας, η ικανοποίηση, η ευτυχία δεν είναι θέμα περιστάσεων. Είναι θέμα στάσεων. Το να ζεις την κάθε στιγμή με την προσήλωση και την ένταση που της αξίζει, παρών, με ευαισθησία σε κάθε συναίσθημα είναι τελικά αυτό που καθορίζει την εμπειρία και προσθέτει ζωή στα χρόνια μας.
Effie Kyrikakis
Η στάση του μας θυμίζει πως η ελευθερία, οι ανοικτοί ορίζοντες είναι κάτι που κουβαλάμε μέσα μας. Πολύ συχνά, αυτό που τους κλείνει, αυτό που μας περιορίζει και μας ρίχνει στο σκοτάδι της απελπισίας δεν είναι αυτό που ζούμε, αλλά αυτό που λέμε στον εαυτό μας. Η ιστορία μας για την ζωή μας.
Αλλά αυτό είναι θέμα επόμενης κουβέντας, ε?